rôdeur - translation to ρωσικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

rôdeur - translation to ρωσικά


rôdeur         
бродяга
rôdeur         
1. {m} ( {f} - rôdeuse)
бродяга, праздношатающийся [праздношатающаяся]
rôdeur de barrières — грабитель
2. { adj } ( {fém} - rôdeuse)
бродячий, шатающийся
des pas rôdeurs — крадущиеся шаги
rôdeuse      
{f}
- доводочный станок

Βικιπαίδεια

Rôdeur
Rôdeur peut désigner :
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για rôdeur
1. Au sol, dans une nuit de rôdeur, un homme de petite taille gît.
2. L‘enfant avait été violée et les premiers éléments de l‘enquête avaient orienté les recherches vers la piste d‘un rôdeur qui s‘était introduit durant la nuit dans l‘auberge et dont l‘empreinte génétique avait pu être recueillie.
3. Cependant, un crime de rôdeur pouvait ętre exclu: il aurait fallu un concours de circonstances extraordinaire pour que quelqu‘un s‘introduise dans la maison pendant la courte absence de l‘épouse; une machine ŕ laver le linge était enclenchée dans la salle de bains et son programme de lavage venait de débuter.